- φιλάρετον
- φιλάρετοςlover of virtuemasc/fem acc sgφιλάρετοςlover of virtueneut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Φιλάρετον — Φιλάρετος lover of virtue masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Philaretos Brachamios — (griechisch Φιλάρετος Βραχάμιος, armenisch Pilartos Varajnuni Փիլարտոս Վարաժնունի, arabisch Filardūs al Rūmī[1]; † 1092?) war ein byzantinischer Domestikos und Strategos (General), Statthalter der Provinz Koloneia im Militärbezirk des… … Deutsch Wikipedia
φιλάρετος — I Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ήταν πλούσιος γεωργός που καταγόταν από την Παφλαγονία. Έζησε τον 8o αι. και διακρίθηκε για τη φιλανθρωπική δράση του. Παντρεύτηκε την εγγονή του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Στ’ του Πορφυρογέννητου, Μαρία, και… … Dictionary of Greek